Τα ολιγοθέσια δημοτικά σχολεία:
εκπαιδευτικά προγράμματα και προβλήματα.
Γράφει ο Ιωάννης Μπάκανος
Τα ολιγοθέσια Δημοτικά Σχολεία: μονοθέσια με ένα δάσκαλο, διθέσια με δύο ή τριθέσια με τρεις για όλες τις τάξεις, λειτουργούν σε μικρές κοινότητες ή σε δημοτικά διαμερίσματα, όπως ονομάσθηκαν μετά την εφαρμογή του Νόμου «Ιωάννης Καποδίστριας» για την αναδιοργάνωση και ανάπτυξη της τοπικής αυτοδιοίκησης.
Οι μικρές σχολικές μονάδες έπαιξαν τον παιδευτικό, πολιτιστικό και κοινωνικό τους ρόλο μέσα στην ιστορική παρουσία των πυρηνικών κοινοτήτων από την ίδρυση του νεοελληνικού κράτους και κατά σύμπτωση με νομοθετικές πρωτοβουλίες του πρώτου κυβερνήτη του ελεύθερου νεοελληνικού κράτους Ιωάννη Καποδίστρια. Μάλιστα κάτω από την πίεση της έλλειψης σχολικής στέγης και επαρκούς αριθμού δασκάλων λειτούργησαν μεθοδολογικά τα αλληλοδιδακτικά σχολεία στα οποία οι μεγαλύτεροι και καλύτεροι μαθητές δίδασκαν επικουρικά και συμπληρωματικά και στις μικρότερες τάξεις. Τα χρόνια είναι δύσκολα, ο αναλφαβητισμός αποτελεί τον κανόνα και τα εκπαιδευτικά μέτρα του Καποδίστρια κρίνονται για την εποχή εκείνη σημαντικά και καινοτόμα.
Όμως από τότε μέχρι σήμερα, διακόσια σχεδόν χρόνια μετά, τίποτε δεν έχει σχέση με την εποχή εκείνη:η κοινωνική, οικονομική, επιστημονική και τεχνολογική πρόοδος άλλαξαν τον κόσμο και κατέστησαν την παιδεία και ειδικότερα την εκπαίδευση όλων των βαθμίδων, από το Νηπιαγωγείο ως το Πανεπιστήμιο, όρο επιβίωσης και προόδου του λαού μας. Μέσα στη διαρκή μεταβολή του κόσμου μας, τόσο σε εθνικό όσο και διεθνικό επίπεδο, επιβάλλεται να δώσουμε τις λύσεις και τις απαντήσεις μας στα προβλήματα του καιρού μας ως συλλογική κοινωνική και κρατική οντότητα, προκειμένου να επιτύχουμε την ευημερία και την πρόοδο της κοινωνίας μας. Η επιτυχημένη πορεία στο μέλλον από το επίπεδο της εκπαίδευσης θα εξαρτηθεί:από την προγραμματισμένη, τη μεθοδική και ποιοτική δουλειά μας.
Έπειτα από τα κάπως γενικά που εκθέσαμε παραπάνω, ερχόμαστε στα συγκεκριμένα που μας απασχολούν. Θα προσπαθήσουμε να είμαστε απλοί και κατανοητοί.
Όπως οι κοινότητες αναδιοργανώθηκαν σε νέους θεσμούς προκειμένου να ανταποκριθούν στα σύγχρονα κοινωνικά, οικονομικά και πολιτικά δεδομένα, με όμοιο τρόπο είναι ανάγκη να προχωρήσουν και τα λίγα μικρά σχολεία που απέμειναν. Θα εξαιρεθούν μόνο εκείνα για τα οποία οι λύσεις είναι δύσκολες. Αποκέντρωση άλλωστε είναι η δημιουργία κέντρων στην περιφέρεια και η συγκράτηση του πληθυσμού σε αυτή, όσο είναι δυνατόν ακόμη. Περιφερειακοί δήμοι και περιφερειακά πολυθέσια-πολυδύναμα σχολεία μπορούν να προσφέρουν μία νέα προοπτική ανάπτυξης της απομονωμένης υπαίθρου.
Για αυτές τις λύσεις θα γίνει διάλογος με τα ενδιαφερόμενα μέρη: γονείς, τοπικά αυτοδιοικητικά συμβούλια, εκπαιδευτικούς φορείς, νομαρχιακή αυτοδιοίκηση. Θα διατυπωθούν απόψεις, θα προταθούν εναλλακτικές λύσεις, θα κατατεθούν προτάσεις και θα αναληφθούν δεσμεύσεις από τους αρμόδιους νομαρχιακούς και κρατικούς φορείς.
Με κάθε αλήθεια και χωρίς τον φόβο του λεγόμενου «κόστους», που κατέληξε να αναστέλλει κάθε λύση ενός προβλήματος, γιατί πλέον το φοβάται όχι μόνο ο πολιτικός αλλά δυστυχώς και κάθε μόνιμος υπάλληλος μην τον πουν «κακό».
Και έτσι, με τέτοιες φοβίες και συνακόλουθους άλλους άρρητους υπολογισμός, φτάνουμε στο σημείο, να προγραμματίζονται νηπιαγωγεία και σχολεία εκεί που δεν έχουμε παιδιά ή, όταν υπάρχουν, ο αριθμός τους δεν φτάνει τον αριθμό των δακτύλων του ενός χεριού για να περιοριστούμε μόνο στα καθ’ ημάς.
Κάποια στιγμή όμως-και ο χρόνος να είναι σύντομος- ο διάλογος πρέπει να λήξει, προκειμένου να ληφθούν αποφάσεις και να ακολουθήσουν οι λύσεις. Να μην αφήσουμε τη αδράνεια να μεταθέτει και να ακυρώνει εν τέλει κάθε καινοτομία και κάθε μεταρρύθμιση. Σε καμιά περίπτωση δεν μας επιτρέπεται να ανεχόμαστε τη στασιμότητα και το τέλμα.
Μέσα από τον ειλικρινή διάλογο, όπως προείπαμε, θα αντιληφθούν οι γονείς των μαθητών και η τοπική κοινωνία, όπου λειτουργούν οι μικρές σχολικής μονάδες, ότι το ζητούμενο σήμερα από την εκπαίδευση είναι το ποιοτικό στοιχείο: τα νέα προγράμματα σπουδών, οι ξένες γλώσσες, η πληροφορική, η γυμναστική, η μουσική, οι σύγχρονοι μέθοδοι διδασκαλίας, η ενισχυτική διδασκαλία και οι ειδικές τάξεις, το ολοήμερο σχολείο και νηπιαγωγείο, η διαπολιτισμική εκπαίδευση, η επιμόρφωση των εκπαιδευτικών. Όλα αυτά είναι τα νέα δεδομένα και οι βασικές αρχές που χαρακτηρίζουν το σύγχρονο σχολείο, το οποίο συνδέεται με τη ζωή και προετοιμάζει τα παιδιά για τη ζωή. Είναι τα νέα στοιχεία που ανανεώνουν το πολυθέσιο σχολείο, που στερούνται όμως τα παιδιά της υπαίθρου, λόγω της φύσης των σχολείων τους, που εξυπηρετούν μόνο βασικές μορφωτικές ανάγκες.
Ειδικότερα στα ολιγοθέσια σχολεία υπάρχει μεγάλη δυσκολία στην εφαρμογή των σύγχρονων προγραμμάτων σπουδών, τον χρόνο διδασκαλίας ανά τάξη και μάθημα και τη μέθοδο διδασκαλίας. Ακόμη και τα νέα βιβλία απαιτούν περισσότερη εργασία και βοήθεια.
Οι γονείς στην ύπαιθρο δεν μπορούν να βοηθήσουν τα παιδιά τους, είτε γιατί δεν έχουν χρόνο είτε γιατί δεν ξέρουν πώς να τα βοηθήσουν.
Οι ξένες γλώσσες δεν διδάσκονται, ούτε υπάρχει δυνατότητα για γυμναστή ή μουσικό.
Ο χρόνος διδασκαλίας για το γλωσσικό μάθημα στην Α΄ τάξη προβλέπεται στα 25 λεπτά την ημέρα, ενώ στα πολυθέσια 90λ. Σε μια εβδομάδα το παιδί του μονοθέσιου σχολείου θα διδαχθεί τόσο χρόνο τη γλώσσα όσο το παιδί του πολυθέσιου σε μία ημέρα.
Ο μαθητής της Α΄ τάξης, ενώ μένει στο σχολείο 5 ώρες, θα μιλήσει με το δάσκαλο 50 λεπτά περίπου. Τον υπόλοιπο χρόνο θα εργάζεται σιωπηρά. Και για τις άλλες τάξεις η κατάσταση είναι σχεδόν η ίδια.
Μέσα σε αυτά τα ασφυκτικά χρονικά πλαίσια δεν μπορεί να εξελιχθεί καμία μέθοδος διδασκαλίας. Ο δάσκαλος με ηρωικές προσπάθειες «τρέχει» να προλάβει όλες τις τάξεις και τα αποτελέσματα δεν τον δικαιώνουν.
Στα σχολεία «ανάγκης», όπως τα ονοματίσαμε, έχουμε τη λειτουργία της συνδιδασκαλίας. Οι τάξεις π.χ. Γ΄ και Δ΄ τη μία σχολική χρονιά διδάσκονται τα μαθήματα της Γ΄ και την άλλη τα μαθήματα της Δ΄ εκτός από τα μαθηματικά, τα οποία διδάσκονται κανονικά αλλά πάντοτε στον μισό χρόνο απ’ ό,τι στα πολυθέσια σχολεία. Το ίδιο ισχύει και για τις Ε΄ και ΣΤ΄ τάξεις.
Συμβαίνει δηλαδή, πιο αναλυτικά, το παιδί από τη Β΄ τάξη να προαχθεί στην Γ΄ αλλά να διδαχθεί τη γλώσσα και την ιστορία της Δ΄.
Τα πράγματα εδώ δεν είναι απλά. Παραβιάζεται η φύση της νοητικής και ψυχικής ανάπτυξης του παιδιού, αφού αναγκάζεται να ανταποκριθεί σε υψηλότερο γνωστικό επίπεδο και σε έναν εννοιολογικό, αφηρημένο κόσμο, ενώ η σκέψη αυτής της ηλικίας (8-9 ετών) κινείται σε συγκεκριμένα αντικείμενα, τα οποία συνδέονται με τα βιώματα και με οικείες ή ευχάριστες ακουστικές και οπτικές παραστάσεις.
Το παιδί της Γ΄ τάξης με άλλα λόγια, αντί να διδαχθεί στην Ιστορία τον ευχάριστο μυθικό κόσμο, βρίσκεται, εξαιτίας της συνδιδασκαλίας, αντιμέτωπο π.χ. με τα «γεωμετρικά ή κλασικά χρόνια», τα οποία ελάχιστα γίνονται αντιληπτά ως ιστορική περίοδος και ουδόλως συγκινούν τον ψυχικό του κόσμο.
Το ίδιο ισχύει και για το γλωσσικό μάθημα και από εδώ αρχίζουν ή οξύνονται οι μαθησιακές δυσκολίες. Ο προφορικός και ο γραπτός λόγος δεν καλλιεργούνται με χρονική άνεση. Το παιδί δεν αναπτύσσει τις επικοινωνιακές δεξιότητες στο βαθμό που θα έπρεπε. Γιατί γλώσσα πάνω απ’ όλα σημαίνει επικοινωνία με στη σχολική κοινότητα και κατ’ επέκταση μέσα στην ευρύτερη κοινωνία που ζούμε. Ούτε η σκέψη αναπτύσσεται στο βαθμό που θα έπρεπε, γιατί η γλώσσα και η σκέψη εξελίσσονται παράλληλα. Το παιδί κατακτώντας τη γλώσσα του εισδύει στον κόσμο της γνώσης και των επιστημών. Ονομάζει τα αντικείμενα, επικοινωνεί με τον περιβάλλοντα κόσμο, αντιλαμβάνεται τις σχέσεις των πραγμάτων και οργανώνει τη ζωή.
Τα παιδιά με ειδικές μαθησιακές ανάγκες ή άλλα ψυχοσωματικά προβλήματα έχουν ανάγκη από ιδιαίτερη διδακτική ενίσχυση και αντιμετώπιση. Κάτι τέτοιο όμως καθίσταται αδύνατο λόγω της φύσης του προγράμματος στα ολιγοθέσια σχολεία. Ούτε χρόνος υπάρχει ούτε και ιδιαίτερες γνώσεις για τη βοήθεια τους, ενώ στα πολυθέσια σχολεία λειτουργούν «τάξεις ενισχυτικής διδασκαλίας» ή «τμήματα ένταξης» με δασκάλους εκπαιδευμένους στην ειδική αγωγή και δίνεται η δυνατότητα να βελτιωθεί η κατάστασή τους, χωρίς βέβαια να υποσχόμαστε «θαύματα».
Κάποιοι, στους παραπάνω προβληματισμός μας, θα μας πουν ότι έχουμε την τεχνολογία της πληροφορικής, έχουμε το διαδίκτυο και μπορούμε να λύσουμε αυτά τα προβλήματα με την τηλεκπαίδευση. Εδώ απαντούμε ότι έχουν δίκαιο ως ένα βαθμό. Πραγματικά τα προγράμματα από το διαδίκτυο μπορούν να βελτιώσουν την κατάσταση στα σχολεία μας και είναι απαραίτητα. Δεν πρέπει όμως να ξεχνούμε ότι ο υπολογιστής είναι μεν ένα αξιοθαύμαστο και εξαιρετικά χρήσιμο εργαλείο, αλλά δεν παύει να είναι ένα «ψυχρό» μέσο και σε καμιά περίπτωση δεν μπορεί να υποκαταστήσει το δάσκαλό-πρόσωπο και την ζωντανή παιδαγωγική και διδακτική διαδικασία. Πρώτα βάζουμε το δάσκαλο και έπειτα τα εργαλεία για τη δουλειά μας.
Όλα όσα εκθέσαμε μέχρι τώρα προβάλλουν σε αδρές γραμμές την προβληματική λειτουργία αυτών των σχολείων. Σήμερα έχουμε τη δυνατότητα να την υπερβούμε: άλλες εκπαιδευτικές λύσεις, άλλη κοινωνική και οικονομική ανάπτυξη, καλό οδικό δίκτυο και μέσα μετακίνησης.
Ελπίζουμε ότι οι κάτοικοι των μικρών κοινοτήτων θα συνειδητοποιήσουν το συμφέρον των παιδιών τους, θα άρουν τις επιφυλάξεις και το ρομαντισμό τους για τις ομορφιές, τα σύμβολα και τους συμβολισμούς της ξεχωριστής τοπικής πατρίδας, τα οποία κανείς δεν διανοείται να τους τα αρνηθεί. Θα αντιληφθούν όμως ότι τους νόμους της φύσης και της κοινωνικής εξέλιξης δεν τους ορίζουμε εμείς. Η δύναμη της μεταβολής και της αλλαγής μέσα στον ιστορικό χρόνο μάς αναγκάζει να προσαρμοστούμε στα νέα δεδομένα για να επιβιώσουμε και να θεσπίσουμε νέους θεσμούς πολιτικής, εκπαιδευτικής οργάνωσης και λειτουργίας, προκειμένου να ζήσουμε ισότιμα με τους άλλους λαούς και πολίτες με τους οποίους είμαστε καταδικασμένοι να συνυπάρξουμε χωρίς να απολέσουμε την ελληνικότητά μας.
Κανένας μας δεν έχει το δικαίωμα, ούτε και οι γονείς, να στερήσει τα παιδιά από τον κόσμο της σύγχρονης γνώσης. Κανένας δε μας απαγορεύει το ρομαντισμό και το συναισθηματισμό για ό,τι αγαπημένο παρήλθε και ό,τι καινούργιο έρχεται.
Οραματιζόμαστε πολυθέσια σχολεία στην περιφέρεια στις έδρες των δήμων ή στα μεγάλα δημοτικά διαμερίσματα, όπου θα φοιτήσουν τα παιδιά από τα ολιγοθέσια σχολεία και θα έχουν κάθε τι καινούργιο της επιστήμης και της αγωγής: την ενισχυτική διδασκαλία, τις σύγχρονες μεθόδους διδασκαλίας, τη σύγχρονη τεχνολογία της πληροφορικής, τα βιβλία της εποχής τους, τις ξένες γλώσσες.
Θα προσπαθήσουμε να άρουμε τις εκπαιδευτικές ανισότητες και να δώσουμε ίσες ευκαιρίες για μάθηση σε όλα τα παιδιά. Αυτός είναι ο ρομαντισμός για το μέλλον των παιδιών μας: να κρατήσουμε ό,τι έμεινε ακόμη ζωντανό στην περιφέρεια και να βαδίσουμε στο παρόν και το μέλλον «με λογισμό και μ’ όνειρο».
Πηγή: Περιφερειακή Διεύθυνση Εκπαίδευσης Δυτ. Μακεδονίας http://dmaked.pde.sch.gr/index.php?option=com_contact&view=contact&id=3&Itemid=53
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου